Σάββατο 26 Ιανουαρίου 2013

Η έννοια «Μνήμη» και η «Συλλογική» μνήμη


Παράθεμα από την εξαμηνιαία εργασία με τίτλο: Συλλογική Μνήμη και Προφορική Ιστορία, Η παραδειγματική περίπτωση του Γρηγορίου Παπαλεξανδρή.
Μάθημα: "Συλλογική μνήμη και Ταυτότητες".
Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιωάννινα 2011.



Οδυσσέας Ν. Τσιντσιράκος



Η έννοια «Μνήμη» και η «Συλλογική» μνήμη


Στο προηγούμενο κεφάλαιο σκιαγραφήσαμε το γενικότερο πλαίσιο διαμόρφωσης της προφορικής ιστορίας που αποτέλεσε τη μεθοδολογία τόσο της «νέας ιστορίας», όσο και της ανθρωπολογίας και λαογραφίας. Άμεση συνάφεια με τη μέθοδο της προφορικής ιστορίας έχει και η έννοια «μνήμη». Η έννοια μνήμη κατά τις δύο τελευταίες δεκαετίες έχει πολλαπλασιαστεί στα πλαίσια των κοινωνικών επιστημών γεγονός που έχει χαρακτηριστεί ως «έκρηξη μνήμης»[52]. Έχει σημειωθεί μία πληθώρα θεματικών σχετικά με τη μελέτη της, μνήμη και ταυτότητα, ιστορική μνήμη, έμφυλη, ενσωματωμένη, κοινωνική και συλλογική μνήμη. Το γεγονός αυτό καθιστά τη μνήμη παρούσα σε ένα μεγάλο φάσμα μελετών συνυφασμένων με την κοινωνία. Η μνήμη ανεξάρτητα της μορφής των θεματικών πλαισίων διαμέσου των οποίων ερμηνεύεται, μπορεί να μελετηθεί τόσο στo πλαίσιo πηγών όπως αρχεία, εγχειρίδια, τηλεοπτικές εκπομπές, διαδίκτυο κτλ, όσο και μέσω της μελέτης των προφορικών πηγών που προκύπτουν από την προφορική ιστορία. Η προφορική ιστορία αποτελεί ένα προνομιακό μέσο κατανόηση και ερμηνείας της μνήμης[53].
      Η μνήμη δεν αποτελεί νέο αντικείμενο μελέτης και προβληματισμού. Στην αρχαιοελληνική σκέψη η μνήμη αποτελούσε ιδιαίτερο στοιχείο διερεύνησης. Ο Πλάτων και ο Αριστοτέλης στην ενασχόλησή τους με τη μνήμη διαμόρφωσαν τις πρώτες αντιλήψεις. Για τον πρώτο ανάμνηση είναι η συνειδητή γνώση. Ο Αριστοτέλης από την άλλη πλευρά, διαφοροποιεί τη μνήμη από την ανάμνηση καθώς η πρώτη διακρίνεται ως δύναμη διατήρησης του παρελθόντος, ενώ η ανάμνηση περιορίζεται μόνο στην ανάκληση του.
     Αργότερα, κατά την αρχαϊκή εποχή η μνήμη θεοποιείται και γίνεται η μητέρα των Μουσών με το όνομα Μνημοσύνη. Βλέπουμε τη μνήμη να παίρνει μυθική διάσταση που αποσκοπεί στην γεφύρωση του παρελθόντος με το παρόν. Κατά τον Μεσαίωνα στ πλαίσι της χριστιανικής διδασκαλίας, η μυθική διάσταση της μνήμης - εκχριστιανισμένη αυτή τη φορά - συντέλεσε στην εκπαίδευση, στην δόμηση κοινωνικών σχέσεων και στην ιστοριογραφία.  Όσον αφορά στην ιστοριογραφία και τη σχέση της με τη μνήμη κατά τον μεσαίωνα, αυτή η σχέση επικεντρώνονταν στον Βασιλιά και στις μεγάλες οικογένειες και έτσι συντελούσε στην επινόηση αξιομνημόνευτων προγόνων που θα ενίσχυαν μία συγκεκριμένη ταυτότητα. Η επινόηση αυτής της ταυτότητας μέσω της ιστοριογραφίας και της συλλογικής μνήμης που διαμορφώνονταν από τις διευθυντικές κυρίως τάξεις, θα αποσκοπούσε στην εθνική συνείδηση της κοινωνίας. Στα ίδια πλαίσια της εθνικής συνείδησης συνέχισε η ιστοριογραφία μέχρι και στη σύγχρονη εποχή, όπου και διακόπηκε από την «νέα ιστορία»[54]. Η χρήση της μνήμης προς απόδειξη της εθνικής συνείδησης ή της κατασκευής του παρελθόντος χαρακτηρίζεται ως ιστορική μνήμη[55]. Η ιστορική μνήμη διαμορφώνεται από τα γραπτά αρχεία και παραμένει ζωντανή μέσω των επετειακών τελετών και διαφόρων μνημονικών εορτασμών. Έτσι το παρελθόν κατασκευάζεται και ερμηνεύεται από κοινωνικούς θεσμούς[56]. Η «νέα ιστορία» από την άλλη πλευρά, στην κοινή της πορεία με την ανθρωπολογία και την προφορική ιστορία έχουν συναγάγει το αποτέλεσμα της κατασκευασμένης μνήμης τόσο στην προφορική όσο και στη γραπτή της μορφή[57]. Όσον αφορά ειδικότερα στη μελέτη της μνήμης από την προφορική ιστορία, η κατασκευή της μνήμης που προκύπτει από τις προφορικές αφηγήσεις είναι γεγονός, διότι η μνήμη δεν αναπαριστά το παρελθόν «όπως πραγματικά συμβαίνει»[58]. Οι αφηγήσεις ζωής δεν παρέχουν ένα ιστορικό υλικό με το οποίο θα μπορέσουμε να αναλύσουμε ένα ιστορικό συμβάν, αλλά παρέχουν διάφορους τρόπους με τους οποίους ο άνθρωπος θα αντιληφθεί και θα ερμηνεύσει την ιστορία σύμφωνα με την κοινωνική του εμπειρία[59].
   
Οι εργασίες με άμεση αναφορά στη μνήμη παραπέμπουν στην πλειοψηφία τους στο έργο του Maurice Halbwachs[60]. Η πρωτοποριακή δουλειά του Γάλλου στοχαστή στη δεκαετία του 1920 για τη μνήμη, έθεσε τα θεμέλια για την περεταίρω μελέτη της τελευταίας στο θεωρητικό επίπεδο. Ο Halbwachs εισήγαγε στη μελέτη της μνήμης τον όρο «συλλογική μνήμη». Για τον ίδιο τα άτομα είναι αυτά που θυμούνται, αλλά τα άτομα μιας συγκεκριμένης κοινωνικής ομάδας. Η ομάδα αυτή πρέπει να είναι οριοθετημένη στο χώρο και στο χρόνο. Η μνήμη των ανθρώπων εξαρτάται από τα «κοινωνικά πλαίσια» στα οποία εντάσσονται (οικογένεια, κοινωνική ομάδα, επάγγελμα)[61]. Με αυτόν τον τρόπο κατά τον Halbwachs προκύπτει η συλλογική τους μνήμη[62]. Ο τελευταίος στη μελέτη του για τη συλλογική μνήμη της οικογένειας αναφέρει πως:

«παρόλο τις αποστάσεις που δημιουργούνται από τους αντίθετους χαρακτήρες των μελών μιας οικογένειας, όλοι τους μοιράζονται την ίδια καθημερινή ζωή»[63],

αυτή η ίδια κοινή καθημερινή ζωή και μνήμη που προκύπτει από την κοινή εμπειρία της καθημερινότητας αποτελεί κατά κάποιο τρόπο τη συλλογική μνήμη της οικογένειας. Με το ίδιο τρόπο, εξομοιώνοντας την καθημερινή ζωή της οικογένειας με την καθημερινή ζωή μια κοινωνίας, θα μπορούσαμε να συνάγουμε το αποτέλεσμα πως τα μέλη μιας κοινωνίας που μοιράζονται κοινές εμπειρίες, διαμορφώνουν τη συλλογική μνήμη της κοινωνίας. Παρόλα αυτά κάθε ατομική μνήμη είναι μια σκοπιά θεώρησης της συλλογικής μνήμης, έτσι η τελευταία καθίσταται πολλαπλή και όχι ενιαία καθώς εξαρτάται από την κοινωνική ομάδα από την οποία εξάγεται[64].
  Η συλλογική μνήμη κατά τον Halbwachs αποτελεί μία «κατασκευή» του παρελθόντος «υπό το φως του παρόντος»[65]. Σύμφωνα με την άποψη αυτή, οι συλλογικές αναπαραστάσεις που προκύπτουν από τη μνήμη των ατόμων μια κοινωνίας δεν συνιστούν μία αντικειμενική πραγματικότητα του παρελθόντος. Στα πλαίσια αυτά, γίνεται λόγος για υποκειμενικότητα της ιστορίας που προκύπτει από τη μελέτη της συλλογικής μνήμης μιας κοινωνίας[66]. Βέβαια η συλλογική μνήμη πραγματώνεται από εξατομικευμένη μνήμη του κάθε υποκειμένου, όντας το τελευταίο στο ειδικό κοινό πλαίσιο που προαναφέραμε (ομάδα). Η μνήμη από την άλλη πλευρά δεν λειτουργεί ως μηχανική αποθήκευση του παρελθόντος, αλλά αναπλάθεται από το παρόν, επομένως η μνήμη κατασκευάζεται από τη σκοπιά του παρόντος[67]. Όπως έχει τονίσει ο Paul Thomson:

«κάθε ιστορική πηγή που φτάνει σε μας διαμεσολαβημένη από την ανθρώπινη αντίληψη είναι υποκειμενική»[68]

επομένως για να ανακαλύψουμε την «κρυμμένη αλήθεια» πρέπει να ανοίξει «διάλογος» με την υποκειμενικότητα. Οι έννοιες υποκειμενικότητα και συλλογική μνήμη είναι άμεσα συνυφασμένες τόσο με την προφορική ιστορία, καθώς η τελευταία αποτελεί το μεθοδολογικό εργαλείο με το οποίο αντλούνται τα ιστορικά γεγονότα (στο βαθμό που αφορούν τις δύο αυτές έννοιες), όσο και με την έννοια της ταυτότητας. Η μνήμη είναι στενά συνδεδεμένη με την ταυτότητα[69] διότι η πρώτη ως κατασκευή του παρελθόντος συντελεί στην κατασκευή της δεύτερης[70] και μάλιστα με πολιτισμικού τύπου παράγοντες όπως έχει διαπιστώσει ο Bartlett[71]. Σε αυτά τα πλαίσια οι αναπαραστάσεις του παρελθόντος από τα υποκείμενα - αναπαραστάσεις που μεταφράζονται ως μνήμη των υποκειμένων - συγκροτούν με τον ένα ή τον άλλο τρόπο τη συλλογική πολιτισμική ταυτότητα που παρόντος[72].  Όπως έχει τονίσει επανειλημμένα  η κ. Κωνσταντίνα Μπάδα η μνήμη έχει αναγνωριστεί και αποτελεί πλέον:

 «ζωντανή παραγωγή νοημάτων και ερμηνειών στρατηγικού χαρακτήρα που έχουν την ιδιότητα να επηρεάζουν το παρόν»[73].

Επομένως η μνήμη αποτελεί μία έννοια-κλειδί για την προσέγγιση της υποκειμενικότητας και των πολιτισμικών ταυτοτήτων και διαμέσου της μελέτης της ατομικής μνήμης και  των υποκειμενικών αναπαραστάσεων οδηγούμαστε στη συλλογική μνήμη[74].
   Στη γενικότερη βιβλιογραφία που σχετίζεται με τη μελέτη της μνήμης, βλέπουμε τον όρο «συλλογική μνήμη» να ταυτίζεται κατά κάποιο τρόπο με τον όρο «κοινωνική μνήμη». Μία πρώτη διαφορά εντοπίζεται στον διττό χαρακτήρα που απέδωσε ο ίδιος ο Halbwachs στον όρο «συλλογική μνήμη», δηλαδή στο ατομικό και συλλογικό στοιχείο. Καθώς ο τελευταίος υπήρξε οπαδός της σχολής του Durkheim έδωσε ιδιαίτερη σημασία στην συλλογική συνείδηση[75]. Υπό το γεγονός αυτό στην ανθρωπολογία αποφεύγεται ο όρος «συλλογική μνήμη» καθώς παραπέμπει στη ντυρκεμική συλλογική συνείδηση[76]. Και οι δύο όροι όμως αφορούν στην ίδια έννοια λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι η μνήμη είναι κοινή σε μία κοινωνία[77]. Στη χρήση του ορισμού «κοινωνική μνήμη» η Άννα Collard συμπεριέλαβε το περιεχόμενο της εξατομικευμένης και ιδιωτικοποιημένης μνήμης, τη βιογραφία. Δεν απέκλειε όμως τη συλλογική μορφή της μνήμης, τονίζοντας, πως η μνήμη είναι κοινή σε μία ομάδα ατόμων που μοιράζονται και συναινούν στην ιστορία μιας κοινωνίας[78].
   Τέλος, ο αντίθετος όρος της «κοινωνικής» ή «συλλογικής» μνήμης είναι ο όρος «λήθη». Η λήθη είναι η άλλη όψη της μνήμης και αποτελεί σημαντική θεματική ενότητα στ πλαίσι της σπουδής της μνήμης μιας κοινωνίας[79]. Το ίδιο θεωρητικό πλαίσιο που σκιαγραφήθηκε παραπάνω και αφορούσε στη μνήμη, ισχύει κατά κάποιο τρόπο και για την έννοια της λήθης. Όπως η μνήμη έτσι και η λήθη κατασκευάζεται στο εκάστοτε παρόν και αποσκοπεί στην κατασκευή μίας νέας συλλογικής ταυτότητας[80]. Όσο εύκολα ένα άτομο θυμάται τόσο εύκολα ξεχνάει ορισμένα στοιχεία του παρελθόντος. Τα στοιχεία που έχουν ξεχαστεί από ένα άτομο, δηλαδή έχουν περάσει στη λήθη, πολλές φορές είναι οι τραυματικές αναμνήσεις τις οποίες το άτομο εσκεμμένα προσπαθεί να αποβάλλει από τη μνήμη του. Μία από τις πιο διαδεδομένες θεωρίες για τη λήθη αφορά στη «φθορά του μνημονικού ίχνους», σύμφωνα με την οποία, οι πληροφορίες σβήνουν από τη μνήμη μας ως άμεσο αποτέλεσμα της ροής του χρόνου. Μία δεύτερη θεωρία, η θεωρία της «παρεμβολής», επιμένει πως οι πληροφορίες αντικαθίστανται από νέες[81]. Σύμφωνα με τα παραπάνω οι έννοιες μνήμη και λήθη είναι αλληλένδετες υπό το πρίσμα της κατασκευής του παρελθόντος προς εξυπηρέτηση του παρόντος[82].
   Τα όσα προηγήθηκαν και σχετίζονται με τη μελέτη του θεωρητικού πλαισίου της μνήμης, δεν αποτελούν σε καμία περίπτωση μια καθολική περιγραφή της σπουδής της μνήμης, έτσι όπως αυτή θεραπεύτηκε από τις κοινωνικές κατά κύριο λόγο επιστήμες. Η θεματικές που έχουν προκύψει από τις αρχές του 20ου αιώνα και αφορούν στις διάφορες μορφές τις μνήμης περιλαμβάνουν ένα πλήθος διαφορετικών επιστημών, από τη φιλοσοφία μέχρι την ψυχολογία και ως τη ψυχιατρική. Στα πλαίσια της παρούσας εργασίας δεν θα μπορούσαμε να περιγράψουμε την πληθώρα των θεματικών που έχουν προκύψει τα τελευταία εκατό χρόνια, και δεν είναι καν στις προθέσεις μας. Το θεωρητικό πλαίσιο που περιγράφτηκε αφορά στο γενικότερο σύνολο της εργασίας και θα αποτελέσει το μεθοδολογικό εργαλείο με το οποίο θα μπορέσουμε να υποστηρίξουμε το παράδειγμα μας. Έχουμε περιοριστεί στη «συλλογική» κατά κύριο λόγο μνήμη, μέσω της οποίας θα προσπαθήσουμε στη συνέχεια να απαντήσουμε κατά κάποιο τρόπο στον προβληματισμό που θέτει η παρούσα εργασία. 




[52] Ρ. Βαν Μπούσχοτεν, Τ. Βερβενιώτη, Ε. Βουτυρά, Β. Δαλκαβούκης, Κ. Μπάδα, Μνήμες και λήθη του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου, (επιμ.) Κ. Μπάδα, Συλλογικό έργο, Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη 2008, σελ. 10.
[53] βλ. στο ίδιο, σελ. 23.
[54] Ρ. Μπενβενίστε, μνήμη και ιστοριογραφία, στο Ρ. Μπενβενίστε, Θ. Παραδέλης (επιμ.), Διαδρομές και τόποι της μνήμης. Ιστορικές και ανθρωπολογικές προσεγγίσεις, Πρακτικά επιστημονικής συνάντησης στο Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου (Φεβρουάριος 1995), Αλεξάνδρεια, Αθήνα 199, σελ. 11-15.
[55] βλ. Ρ. Μπενβενίστε, στο ίδιο, ό.π., σελ,. 19.
[56] M. Halbwachs, on collective memory, translate L.A. Coser, Chicago press, Chicago 199, σελ. 23.
[57] βλ. Μνήμες και λήθη του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου, όπ., σελ. 23.
[58] Α. Κυριακίδου Νέστορος, Λαογραφικά μελετήματα, τμ. 2, Πορεία, Αθήνα 193, σελ. 261.
[59] βλ. Κ. Μπάδα, Η ιστορία και η μνήμη των εκτελέσεων γυναικών στο Αγρίνιο, στο Κ. Μπάδα – Θ. Σφήκας (επιμ.),Κατοχή, αντίσταση, εμφύλιος. Η Αιτωλοακαρνανία στη δεκαετία του 1940-1950, Συλλογικό, Παρασκήνιο, Αθήνα 2010, σελ. 453-454.
[60] M. Halbwachs, στο ίδιο, ό.π. (γενικά).
[61] βλ. Θ. Παραδέλλης, Ανθρωπολογία της μνήμης, στο Ρ. Μπενβενίστε, Θ. Παραδέλης (επιμ.), Διαδρομές και τόποι της μνήμης. Ιστορικές και ανθρωπολογικές προσεγγίσεις, Πρακτικά επιστημονικής συνάντησης στο Τμήμα Κοινωνικής Ανθρωπολογίας του Πανεπιστημίου Αιγαίου (Φεβρουάριος 1995), Αλεξάνδρεια, Αθήνα 199, σελ. 28.
[62] βλ. M. Halbwachs, στο ίδιο, ό.π., σελ. 22.
[63] βλ. Στο ίδιο, σελ. 54.
[64] βλ. Θ. Παραδέλλης, Ανθρωπολογία της μνήμης, στο ίδιο, ό.π., σελ. 28.
[65] βλ. M. Halbwachs, στο ίδιο, ό.π., σελ. 34.
[66] βλ. Κ. Μπάδα, Η ιστορία και η μνήμη των εκτελέσεων γυναικών στο Αγρίνιο, στο ίδιο, ό.π. σελ. 454.
[67] βλ. Θ. Παραδέλλης, Ανθρωπολογία της μνήμης, στο ίδιο, ό.π., σελ. 28-29.
[68] P. Thompson, Φωνές από το παρελθόν. Προφορική ιστορία, μτφ. Ρ. Β. Μπούσχοτεν - Ν. Ποταμιανός, (επιμ.) Κ. Μπάδα - Ρ. Β. Μπούσχοτεν, Πλέθρον, Αθήνα 2008, σελ. 217.
[69] βλ. Μνήμες και λήθη του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου, όπ., σελ. 26.
[70] βλ. στο ίδιο, σελ. 27.
[71] βλ. Θ. Παραδέλλης, Ανθρωπολογία της μνήμης, στο ίδιο, ό.π., σελ. 35.
[72] βλ. Κ. Μπάδα, Η ιστορία και η μνήμη των εκτελέσεων γυναικών στο Αγρίνιο, στο ίδιο, ό.π. σελ. 455
[73] βλ. Κ. Μπάδα, Η ιστορία και η μνήμη των εκτελέσεων γυναικών στο Αγρίνιο, στο ίδιο, ό.π. σελ. 455, και Κ. Μπάδα, Ο εμφύλιος πόλεμος ως βιωμένη εμπειρία και μνήμη των γυναικών, στο Μνήμες και λήθη του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου, όπ., σελ. 105.
[74] βλ. Κ. Μπάδα, Ο εμφύλιος πόλεμος ως βιωμένη εμπειρία και μνήμη των γυναικών, στο Μνήμες και λήθη του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου, όπ., σελ. 108-109.
[75] βλ. Κ. Θεολόγος, Η αξία της μνήμης για μια κοινωνία, (περιοδ.) Intellectum, τευχ. 3 (Νεομ. 2007), σελ. 54.
[76] βλ. Β. Δαλκαβούκης, Προφορικές μαρτυρίες και ανατροφοδότηση της μνήμης. Ένα μεθοδολογικό σχεδίασμα με αφορμή τον εμφύλιο, στο Μνήμες και λήθη του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου, όπ., σελ.  153 και βλ. Θ. Παραδέλλης, Ανθρωπολογία της μνήμης, στο ίδιο, ό.π., σελ. 48.
[77] βλ. Β. Δαλκαβούκης, Προφορικές μαρτυρίες και ανατροφοδότηση της μνήμης. Ένα μεθοδολογικό σχεδίασμα με αφορμή τον εμφύλιο, στο: Μνήμες και λήθη του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου, όπ., σελ.153.
[78] Ε. Παπαταξιάρχης – Θ. Παραδέλλης (επιμ.), Ανθρωπολογία και Παρελθόν. Συμβολές στην Κοινωνική Ιστορία της Νεότερης Ελλάδας, Συλλογικό, Αλεξάνδρεια, Αθήνα 1993, σελ. 360.
[79] βλ. Μνήμες και λήθη του Ελληνικού Εμφυλίου Πολέμου, όπ., σελ. 12.
[80] βλ. στο ίδιο, σελ. 37-40.
[81] Βλ. στο ίδιο, σελ. 46.
[82] βλ. στο ίδιο, σελ. 12-16.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου