Σάββατο 26 Ιανουαρίου 2013

Προφορική Ιστορία και η σχέση της με τις «συγγενείς επιστήμες»

Παράθεμα από την εξαμηνιαία εργασία με τίτλο: Συλλογική Μνήμη και Προφορική Ιστορία, Η παραδειγματική περίπτωση του Γρηγορίου Παπαλεξανδρή.
Μάθημα: "Συλλογική μνήμη και Ταυτότητες".
Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, Ιωάννινα 2011.




Οδυσσέας Ν. Τσιντσιράκος


Προφορική Ιστορία και η σχέση της με τις
«συγγενείς επιστήμες»


Στο κεφάλαιο που προηγήθηκε διαπιστώσαμε πως οι συγγενείς επιστήμες λαογραφία και ανθρωπολογία ενσωμάτωσαν στις ερμηνείες τους την επιστήμη της ιστορίας. Στην αρχή η χρήση της ιστορίας έγινε με τέτοιο τρόπο ώστε να εξυπηρετεί τη διαφορετική σκοπιά της κάθε επιστήμης. Η ανθρωπολογία κάτω από το τάδε ή δείνα θεωρητικό πλαίσιο χρησιμοποίησε την ιστορία σε χρόνο γραμμικό ή συγχρονικό στo πλαίσιo του Εξελικτισμού και δομολειτουργισμού αντίστοιχα. Η λαογραφία από την άλλη πλευρά ακολούθησε κοινή πορεία με την ανθρωπολογία τόσο στο θεωρητικό όσο στο μεθοδολογικό επίπεδο. Καταλήγοντας στο προηγούμενο κεφάλαιο αναφέραμε τη χαρακτηριστική στροφή προς το κοινωνικό στοιχείο που ακολούθησε η κάθε επιστήμη όσο αφορά στην προσέγγιση και ερμηνεία των κοινωνιών που μελετούσαν. Τέλος, τονίσαμε την διεπιστημονική τάση την οποία οι προαναφερθείσες επιστήμες πιστά ακολουθούν, καθώς η διεπιστημονικότητα σήμερα αποτελεί πραγματικότητα στo πλαίσιo των ανθρωπιστικών επιστημών. Η διαπίστωση του σημαντικού ρόλου της ιστορίας στην ανθρωπολογία και λαογραφία και η από κοινού υιοθέτηση της μεθοδολογικής πρακτικής που εισήγαγε η ανθρωπολογία - ο λόγος είναι περί της επιτόπιας έρευνας[20] - οδήγησε τους επιστήμονες σε μία νέα μορφή ιστορικής τεκμηρίωσης, την προφορική Ιστορία.
Η προφορική ιστορία υπάρχει ως σύγχρονη τεχνική ιστορικής τεκμηρίωσης από τα μέσα του 20ου αιώνα γεγονός που καθιερώθηκε από τον Αμερικανικό Σύλλογο Προφορικής Ιστορίας το 1948[21]. Στην παρούσα εργασία δεν θα αναφερθούμε στην πορεία της προφορικής ιστορίας και στο πώς αυτή θεραπεύτηκε στις διάφορες χώρες του κόσμου, θα γίνουν μόνο κάποιες αναφορές όπου θεωρηθεί απαραίτητο. Εξάλλου το βιβλίο του Paul Thompson, Φωνές από το παρελθόν[22], περιγράφει με τον καλύτερο τρόπο την πορεία της προφορικής ιστορίας ανά τον κόσμο.
Σύμφωνα με την Άλκη Κυριακίδου Νέστορος η προφορική ιστορία στην Ελλάδα τη δεκαετία του 1970 συντέλεσε στον αναπροσανατολισμό της ιστορίας τόσο μεθοδολογικά όσο και προς το περιεχόμενο[23], παρά ταύτα, μόνο την τελευταία δεκαετία (αρχές του 21ου αιώνα)[24] η προφορική ιστορία αντιμετωπίζεται πλέον ως αξιόπιστη ιστορική πηγή από την ελληνική ιστοριογραφία[25]. Η νέα σύλληψη της ιστορίας με τη βοήθεια της προφορικής ιστορίας κατά το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα, υπόκειται στην γενικότερη μεταστροφή των κοινωνικών επιστημών σε κοινωνικά θέματα όπως ειπώθηκε στο προηγούμενο κεφάλαιο.
Η λαογραφία σε συνδυασμό με την ιστορία και την άφιξη της ανθρωπολογίας στον ελληνικό χώρο, συντέλεσαν από κοινού στην ενίσχυση της προφορικής ιστορίας ως νέα επιστημονική διάσταση[26].
Η κάθε μία από τις επιστήμες συνέβαλλαν στο έργο της προφορικής ιστορίας με το δικό τους χαρακτηριστικό τρόπο. Η συμβολή της λαογραφίας αφορά στο μέσο μετάδοσης, δηλαδή τον προφορικό λόγο[27]. Η λαογραφία αντλούσε τα δεδομένα της μέσω της προφορικότητας, ενώ στη συνέχεια με την λημματογραφική προσέγγιση ως θεωρητικό υπόβαθρο που είχε υιοθετήσει, τα απογύμνωνε από το ιστορικό τους πλαίσιο. Όπως έχει ήδη σημειωθεί, το ενδιαφέρον της ελληνικής λαογραφίας περιορίζονταν στη συνέχεια και στο χρόνο καταγωγής των παραδοσιακών δεδομένων. Υπό αυτό το πρίσμα, ο προφορικός λόγος μετατρέπονταν σε γραπτό, γεγονός που αποδυνάμωνε την προφορική ιστορία ως τεχνική και θεωρητική αντίληψη[28]. Στο πλαίσιο όμως του κοινωνικού προσανατολισμού της λαογραφίας, η προφορική ιστορία αποτελεί συστατικό στοιχείο της λαογραφικής έρευνας[29].   
Η ανθρωπολογία από τη δική της πλευρά δάνεισε στην προφορική ιστορία τόσο τη μεθοδολογία, δηλαδή, την επιτόπια έρευνα[30], όσο και τη θεωρητική της οπτική. Με το ιστορικό βλέμμα που άρχισε να αποκτά η ανθρωπολογία ξεκίνησε να ενδιαφέρεται για την ιστορικότητα των κοινωνικών συνόλων[31]. Άρχισε να εκτιμά τα ιστορικά δεδομένα μιας κοινωνίας και να τα αντιμετωπίζει ως αναπόσπαστο τμήμα της ανθρωπολογικής της ανάλυσης[32], γεγονός που αποδεικνύεται από την στροφή της τελευταίας προς τη συνολικότητα στις μελέτες της. Έτσι οι ιστορίες ζωής που προκύπτουν ως πρώτη ύλη της προφορικής ιστορίας έχουν ένα υψηλό βαθμό συνολικότητας γιατί δεν αποτελούν απλά συσσώρευση γεγονότων, πράξεων και συναισθημάτων[33] αλλά αποτελούν ασυνείδητα επίπεδα της κοινωνικής εμπειρίας και της ιστορικής ερμηνείας[34].
Η επίσημη ιστορία με την προφορική ιστορία συναντιόνται στο επίπεδο του κοινού περιεχόμενου[35], που δεν είναι άλλο από τις ιστορικές πληροφορίες. Για αυτές τις πληροφορίες οι ιστορικοί ενδιαφέρονται αρχικά μόνο στο βαθμό που αποτελούν ιστορικές πηγές[36]. Όπως διαπιστώσαμε στο προηγούμενο κεφάλαιο η οπτική της ιστορίας κατά το δεύτερο μισό του 20ου αιώνα εστιάζει στο κοινωνικό στοιχείο. Έτσι, στο πλαίσιο του κοινωνικού της ρόλου η ιστορία – της μελέτης της κοινωνικής εμπειρίας και της ολιστικής προσέγγισης μιας κοινωνίας[37] – άρχισε να στρέφει το ενδιαφέρον της προς τη ζωή των απλών ανθρώπων και την ασυνείδητη ή υποσυνείδητη ιστορία[38]. Με αυτόν τον τρόπο σκιαγραφείτε ο ρόλος της προφορικής ιστορίας και η συμβολή της στην επίσημη ιστορία. Ο καλύτερος τρόπος να μελετηθούν οι εμπειρίες των κοινών ανθρώπων και η ιστορία της ζωής τους[39] είναι ο τρόπος που παρέχει η μέθοδος της προφορικής ιστορίας.   
Η προφορική ιστορία είναι μία μέθοδος έρευνας. Χρησιμοποιείται για να διερευνήσει και να αναλύσει τις μαρτυρίες που προκύπτουν από τις αφηγήσεις των πληροφορητών. Είναι ένα χρηστικό εργαλείο που προσδιορίζει εκτός των άλλων και το αντικείμενο της, που είναι σε τελική ανάλυση η ιστορία των ανθρώπων όπως την έζησαν οι ίδιοι. Η προφορική ιστορία υπό αυτό το πρίσμα ανιχνεύει την βιωμένη εμπειρία των ανθρώπων[40]. Την ενδιαφέρουν τα ιστορικά γεγονότα στο επίπεδο που βιώνονται και καταναλώνονται από τους ίδιους τους ανθρώπους και όχι όπως προσεγγίζονται από την επίσημη ιστορία[41]. Η προφορική ιστορία ερευνά το «πως το έζησαν» σε αντίθεση με την επίσημη ιστορία που ως ζητούμενο έχει το «τι έγινε». Εκεί εντοπίζεται το πραγματικό αντικείμενο της προφορικής ιστορίας που είναι οι άνθρωποι ως «υποκείμενα της ιστορίας»[42]. Αυτό που επιδιώκει η προφορική ιστορία δεν είναι η αντικειμενική «αλήθεια» αλλά το υποκειμενικό «βίωμα» του γεγονότος που προκύπτει από την εμπειρία του πληροφορητή[43]. Οι πληροφορίες που προκύπτουν από τις προφορικές μαρτυρίες, ως γεγονότα του παρελθόντος, λειτουργούν σε ένα πολλαπλό επίπεδο. Αποκαλύπτουν άγνωστες πτυχές γνωστών γεγονότων, ανακαλύπτουν διάφορες πλευρές της καθημερινής ζωής του παρελθόντος και νοηματοδοτούν το παρελθόν έτσι όπως βιώθηκε από διάφορα άτομα ή ομάδες. Αυτές οι προσωπικές μαρτυρίες στο βαθμό που χρησιμοποιούνται ως πρωτογενές υλικό ιστορικών γεγονότων, δίνουν στα άτομα μια διαφορετική διάσταση καθώς τα μετατρέπει σε ενεργητικά «υποκείμενα». Αυτό έρχεται σε αντίθεση με την προϊούσα αντιμετώπισή τους ως παθητικά «αντικείμενα» από την επίσημη ιστορία[44]. Την προφορική ιστορία ουδέποτε απασχόλησε η «αντικειμενική» αλήθεια. Ο Jan Vansina είχε θέσει τον προβληματισμό πάνω στο συγκεκριμένο θέμα για την «απόλυτη αλήθεια» ως εξής:

«μπορούμε να λάβουμε a priori την προφορική παράδοση ως έγκυρη ιστορική πηγή;»

Στην προσπάθειά του να απαντήσει, καταλήγει πως η προφορική παράδοση δεν είναι απαραίτητα αναξιόπιστη ως ιστορική πηγή, αλλά δίνει μία πιστοποίηση με συγκεκριμένους περιορισμούς. Οι περιορισμοί αυτοί οφείλονται πολλές φορές σε προκαταλήψεις είτε πολιτικές είτε πολιτισμικές. Χαρακτηριστικά τονίζει πως:

 «δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτα παραπάνω από το να αγγίξουμε ένα μικρό κομμάτι της ιστορίας του παρελθόντος».

Επομένως, η ερμηνεία ενός ιστορικού γεγονότος είναι μια επιλογή από διάφορες πιθανές υποθέσεις και έτσι συνάγεται το αποτέλεσμα πως η «απόλυτη ιστορική αλήθεια» δεν υφίσταται. Όπως προκύπτει από τα παραπάνω, αδυνατούμε να φτάσουμε στην πλήρη κατανόηση του παρελθόντος διότι:

 «το παρελθόν είναι κάτι πέρα από τις εμπειρίες μας – είναι κάτι άλλο»[45].
  
Η διπλή διάσταση των περιορισμών που θέτει η προφορική παράδοση και κατ’ επέκταση η προφορική ιστορία όπως προαναφέραμε, που εντοπίζεται στο πλαίσιο των πολιτικών και πολιτισμικών προκαταλήψεων, αποτελεί σύμφωνα με την Luisa Passerini την πηγή της έννοιας της υποκειμενικότητας. Μία από τις τρεις πηγές[46] προέλευσης του όρου «υποκειμενικότητα» σύμφωνα με την ίδια προέρχεται από το πολιτικό πεδίο. Τα υποκείμενα[47] ως εναλλακτικές τάξεις πραγμάτων, παρουσιάζονται ως μία ανταγωνιστική υποκειμενικότητα που περιορίζει σε μεγάλο βαθμό την πολιτική επιβολή. Αυτές οι υποκειμενικότητες καθορίζουν και τις ιδιαίτερες ταυτότητές τους, οι οποίες αντιμετωπίζονται πλέον ως πολιτισμικές διαδικασίες σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο. Έτσι η ιστοριογραφία πρέπει να λάβει υπόψη τον ιδιαίτερο χαρακτήρα αυτών των ταυτοτήτων σε ένα μη ιεραρχικό[48] επίπεδο, ώστε διάφορα στοιχεία (ελεύθερος χρόνος, συναισθήματα κ.α) της ταυτότητας μιας ομάδας χαμηλότερης ιεραρχίας να συσκοτίζονται. Την ίδια επιλεκτικότητα επιζητούσε από την ιστοριογραφία και η πολιτική με απώτερο στόχο την άμεση επιβολή της[49].
Μία άλλη έννοια που έχει άμεση σχέση τόσο με την υποκειμενικότητα όσο και με την προφορική ιστορία, είναι η έννοια «μνήμη». Θα επικαλεστούμε για μία ακόμη φορά την Άλκη Κυριακίδου Νέστορος η οποία το 1987 αναφέρει πως:

«ο χρόνος της προφορικής ιστορίας είναι ο χρόνος της μνήμης»[50].

Σε αυτό το σημείο βρίσκεται η ειδοποιός διαφορά της προφορικής ιστορίας με την επίσημη ιστορία των γεγονότων. Ενώ η τελευταία ενδιαφέρεται για ένα συγκεκριμένο γεγονός μίας συγκεκριμένης χρονικής στιγμής, στην προφορική ιστορία όπως σημειώθηκε πρωτύτερα, επίκεντρο του ενδιαφέροντος είναι η ατομική εμπειρία του πληροφορητή και η ατομική του μνήμη. Όπως η ίδια η Κυριακίδου Νέστορος αναφέρει:

«στόχος της προφορικής ιστορίας είναι η συλλογική εμπειρία ενός συγκεκριμένου ιστορικού γεγονότος και ο τρόπος με τον οποίο η εμπειρία αυτή μετουσιώνεται σε συλλογική μνήμη»[51].







[20] J. Copans, Η Επιτόπια Εθνολογική Έρευνα, μτφ. Κ. Μάρκου, Gutenberg, Αθήνα 2004.
[21] Αλκ. Κυριακίδου Νέστορος, Λαογραφικά Μελετήματα, τμ. 2, Πορεία, Αθήνα 1993, σελ. 255.
[22] P. Thompson, Φωνές από το παρελθόν, προφορική ιστορία, (επιμ.) Κ. Μπάδα - Ρ.Β. Μπούσχοτεν, μτρφ. Ρ.Β. Μπούσχοτεν – Ν. Ποταμιανός, Πλέθρον, Αθήνα 2008.
[23] Το περιεχόμενο αφορά τη διαπραγμάτευση από την προφορική ιστορία, της εικόνας των κοινών ανθρώπων, οι οποίοι αποτελούν συν τοις άλλοις, το αντικείμενο μελέτης της των εμπειριών ζωής όπως προκύπτει από το στόμα των ίδιων των ανθρώπων. Η μέθοδος αφορά στην τεχνική της συνέντευξης με την οποία ο ερευνητής προσεγγίζει τα άτομα, ώστε να αντλήσει την ιστορία-ζωής τους. βλ. Αλκ. Κυριακίδου Νέστορος, ό.π., σελ. 255.
[24] Προς το τέλος της δεκαετίας του 1990 η προφορική ιστορία εμφανίζεται και θεσμικά στο ελληνικό χώρο. Σε αυτό συντέλεσε το συμπόσιο, Το Παρόν του Παρελθόντος που διοργανώθηκε από τη Σχολή Μωραΐτη το 2002, με θέμα τις σχέσεις ιστορίας λαογραφία και ανθρωπολογίας. Βλ. Ρ. Βαν Μπούσχοτεν, Τ. Βερβενιώτη, Ε. Βουτυρά, Β. Δαλκαβούκης, Κ. Μπάδα, Μνήμες και λήθη του Ελληνικού εμφυλίου πολέμου, (επιμ.) Κ. Μπάδα, Επίκεντρο, Θεσσαλονίκη 2008, σελ. 25-26. και Βλ. Το παρόν του παρελθόντος, Ιστορία, λαογραφία, κοινωνική ανθρωπολογία, Πρακτικά, Εταιρεία Σπουδών Νεοελληνικού πολιτισμού και Γενικής Παιδείας, Αθήνα 2003.
[25] βλ. P. Thompson, ό.π., σελ. 23.
[26] Η επιστημονική διάσταση χρησιμοποιείται στο βαθμό που αφορά τις συγγενείς επιστήμες. Η προφορικότητα και η παραδοσιακότητα δεν είναι νέες έννοιες για τη λαογραφία, επομένως μέσο της μεθόδου που παρέχει η προφορική ιστορία, η λαογραφία συνεχίζει στην ίδια πορεία, αλλά με διαφορετικό εργαλείο. βλ. Ευ. Αυδίκος, «Λαογραφία και προφορική ιστορία: Ιστορικό βάθος και νέα δεδομένα». Στο: Ελληνικός Παραδοσιακός Πολιτισμός. Λαογραφία και Ιστορία, Συνέδριο στη μνήμη της Άλκης Κυριακίδου Νέστορος, επιμέλεια Χρυσούλα Χατζητάκη – Καψωμένου, Παρατηρητής, Θεσσαλονίκη 2001, σελ. 157.
[27] βλ. Αλκ. Κυριακίδου Νέστορος, ό.π. σελ. 228.
[28] Η προφορική ιστορία ήταν γνωστή στον Έλληνα λαογράφο, διότι τα λαογραφικά στοιχεία τα οποία από πολύ νωρίς συγκέντρωνε, τα αποκτούσε μέσω της προφορικότητας. Παρόλα αυτά, η τεχνική της προφορικής ιστορίας ως μέθοδος και θεωρητικό πλαίσιο, ουδέποτε απασχόλησε τον ίδιο. Η θεωρητική αντίληψη και διαπραγμάτευση ήρθε στο φως όταν η λαογραφία συναντήθηκε με τις συγγενείς επιστήμες, και ως ζητούμενο, άρχισε να έχει, την ολότητα των φαινόμενων υπό μελέτη. βλ. Ευ. Αυδίκος, ό.π. σελ. 153.
[29] βλ. στο ίδιο, σελ. 152.
[30] βλ. Αλκ. Κυριακίδου Νέστορος, στο ίδιο, ό.π., σελ. 256.
[31] βλ. «εισαγωγικό κείμενο επιμελητριών», στο P. Thompson, ό.π., σελ. 25.
[32] Η θεωρία του λειτουργισμού κατέστησε τους ανθρωπολόγους δέσμιους στην συγχρονία στις μελέτες τους και στην απογύμνωση των κοινωνιών από το ιστορικό τους πλαίσιο. Με τον τρόπο αυτό, τα ιστορικά δεδομένα χρησιμοποιούνταν, απλά, ως εισαγωγή στις μελέτες τους ή σαν υπόβαθρο του εθνογραφικού παρόντος των κοινωνιών που μελετούσαν. Η συμφιλίωση της ιστορίας με την ανθρωπολογία κατέστησε την τελευταία στην κατάλληλη θέση, ώστε, να λαμβάνει υπόψη της τα ιστορικά δεδομένα και να τα τοποθετεί στο κύριο σώμα της ανθρωπολογικής ανάλυσης. βλ. Αλκ. Κυριακίδου Νέστορος, στο ίδιο, ό.π., σελ. 231.
[33] βλ. στο ίδιο, σελ. 256.
[34] βλ. «εισαγωγικό κείμενο επιμελητριών», στο P. Thompson, ό.π., σελ. 24.
[35] βλ. στο ίδιο, σελ. 253.
[36] βλ. Αλκ. Κυριακίδου Νέτσορος, στο ίδιο, ό.π. σελ. 228.
[37] βλ. στο ίδιο, σελ. 253.
[38] βλ. Αλκ. Κυριακίδου Νέστορος, ό.π., σελ. 256.
[39] βλ. στο ίδιο, σελ. 257.
[40] Ε. Βουτυρά, «Η Λαογραφία της Άλκης και η προφορική ιστορία», Εντευκτήριο 8
     (1989), σελ. 59.
[41] Άλκ. Κυριακίδου Νέστορος, Αδ. Ισμηριλιάδου, Α. Παναγιωταρέτα, Α. Πυργάκη, Ε. Βουτυρά, Ρ. Δέλτσου, «Λαογραφία και προφορική ιστορία» Εντευκτήριο 8 (1989), σελ. 39.
[42] βλ. Ε. Βουτυρά, ό.π., σελ. 59.
[43] βλ. Αλκ. Κυριακίδου Νέστορος, ό.π., σελ. 260.
[44] Ρ. Αλβανός, «Υποκειμενικότητα και ιστορία», Ιστώρ (1998) Δεκέμβριος, σελ. 117.
[45] J. Vansina, «Oral Tradition and Historical Methodology», Στο: D. Dunaway, W. Baun, Oral History. An interdisciplinary anthology, Altamira, 2nd ed, London 1996, σελ. 121-125
[46] Η δεύτερη προέρχεται από τη φιλοσοφία και η τρίτη από τη διαμεσολάβηση των ερευνητών, όσο αφορά στα δεδομένα της ιταλικής ιστοριογραφίας, ενώ δεν αποκλείεται η ύπαρξη των ίδιων παραμέτρων και σε άλλες χώρες. Βλ. Λ. Πασσερίνι, Σπαράγματα του 20ου αιώνα, μτφ. Ο. Βαρών-Βασάρ, Ι. Λαλιώτου, Ι. Πεντάζου, Νεφέλη, Αθήνα 1998, σελ., 13.
[47] Εργάτες, φοιτητές, γυναίκες ως μέλη μιας ομάδας. Βλ. Λ. Πασσερίνι, Σπαράγματα του 20ου αιώνα, μτφ. Ο. Βαρών-Βασάρ, Ι. Λαλιώτου, Ι. Πεντάζου, Νεφέλη, Αθήνα 1998, σελ.,13.
[48] «…Για να αναφερθούμε σε ένα παράδειγμα, μπορούμε να θυμηθούμε ότι οι μελετητές της ιστορίας της εργατικής τάξης συχνά ανέφεραν ότι το κύρος της εργασίας οργάνωνε ιεραρχικά την ταυτότητα των ανδρών εργατών των περασμένων αιώνων μέχρι το πρώτο μισό του αιώνα μας, υποβιβάζοντας στο συμβολικό επίπεδο κάθε άλλη πλευρά. Στη μελέτη έτσι των ταυτοτήτων κατείχε προνομιακή θέση η κορυφή της πυραμίδας και υπογραμμιζόταν η συνολική ενότητα που ήταν αποτέλεσμα της ιεραρχικής οργάνωσης, και όχι η πολλαπλότητα των συστατικών της στοιχείων». Βλ. Λ. Πασσερίνι, Σπαράγματα του 20ου αιώνα, μτφ. Ο. Βαρών-Βασάρ, Ι. Λαλιώτου, Ι. Πεντάζου, Νεφέλη, Αθήνα 1998, σελ.,14.
[49] Λ. Πασσερίνι, Σπαράγματα του 20ου αιώνα, μτφ. Ο. Βαρών-Βασάρ, Ι. Λαλιώτου, Ι. Πεντάζου, Νεφέλη, Αθήνα 1998, σελ., 13-14.
[50] βλ. Αλκ. Κυριακίδου Νέστορος, ό.π. σελ. 258.
[51] βλ. στο ίδιο, ό.π.,  σελ. 263.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου