Σάββατο 26 Ιανουαρίου 2013

Από το Λειτουργισμό στο Δομολειτουργισμό


Οδυσσέας Ν. Τσιντσιράκος


Από το Λειτουργισμό στο Δομολειτουργισμό


Ο δομολειτουργισμός συνιστά μετεξέλιξη της θεωρίας του λειτουργισμού[1]. Ενώ ο λειτουργισμός, από τη μία πλευρά, καθιερώθηκε ως κοινωνική θεωρία από τον Malinowski, ο οποίος θεωρείτε θεμελιωτής του κλάδου της κοινωνικής ανθρωπολογίας στη Βρετανία[2], ο δομολειτουργισμός, από την άλλη, θεμελιώθηκε από τον Radcliffe-Brown ο οποίος ίδρυσε την ομώνυμη σχολή του δομολειτουργισμού[3].
   Η θεωρία του λειτουργισμού εμφανίστηκε στα τέλη του 19ου αιώνα ως κριτική στις προϋπάρχουσες κοινωνικές θεωρίες, τον εξελικτισμό και τη θεωρία της διάχυσης[4]. Πολέμησε στις δύο τελευτές, τη διαχρονική προσέγγισή τους στη μελέτη των πολιτισμικών φαινόμενων μίας κοινωνίας και την ιστορική ή ακόμη καλύτερα ψευδοϊστορική προσέγγιση που εφάρμοζαν στη μελέτη της ιστορίας των κοινωνιών. 
Ως νέα θεωρητική προσέγγιση στη μελέτη των πρωτόγονων κοινωνιών, οι λειτουργιστές ανθρωπολόγοι, υπό το πλαίσιο της αποικιοκρατικής πολιτικής της Δύσης, θεωρούσαν τις εξωτικές κοινωνίες – κοινωνίες χωρίς ιστορία, διότι αδυνατούσαν να εντοπίσουν την ιστορία των τελευταίων, για τον απλό λόγο της έλλειψης γραπτών πηγών και αρχείων. Συνεπώς, η θεωρία του λειτουργισμού, παραγκώνιζε κάθε μορφή ιστορίας μίας υπό μελέτη κοινωνίας, μελετώντας την τελευταία στη συγχρονία[5].
   Ως γνωστό, ο Bronislaw Malinowski, ως κύριος εκπρόσωπος του λειτουργισμού,  εφάρμοσε την εν λόγω θεωρία στις γνωστές μελέτες του στα νησιά Trobriant. Οι έρευνές του στα νησιά του Ειρηνικού, εκτός των άλλων, καθιέρωσαν και την επιτόπια έρευνα ως βασικό μεθοδολογικό εργαλείο της ανθρωπολογίας. Τόσο η θεωρία του λειτουργισμού όσο και η μέθοδος της επιτόπιας έρευνας, στο πλαίσιο της επιστήμης της κοινωνικής ανθρωπολογίας, είναι άμεσα συνυφασμένες με τον Malinowski. Ο λειτουργισμός κατά τον ίδιο, με την εφαρμογή του ως θεωρητικό πλαίσιο στη μελέτης μίας πρωτόγονης κοινωνίας, αφορά στην άμεση ικανοποίηση των αναγκών των ανθρώπων. Συγκεκριμένα, η λειτουργία κάθε πολιτισμικού φαινόμενου ή οποιασδήποτε πολιτισμικής διαδικασίας, εντάσσοντας στις τελευταίες ένα μεγάλο εύρος ενεργειών, από το άναμα της φωτιάς μέχρι τους διάφορους τρόπους συλλογής της τροφής και από τις σχέσεις συγγένειας και τον θεσμό της οικογένειας ως τις θρησκευτικές τελετουργίες, η λειτουργία όλων αυτών, εξυπηρετεί και ικανοποιεί πάντοτε τις πολιτισμικές ανάγκες των ατόμων της κοινωνίας[6]. Η παραπάνω διατύπωση της θεωρίας του λειτουργισμού από τον ίδιο το θεμελιωτής της, παρουσιάζει σημαντικές επιρροές σε σχέση με την έννοια της λειτουργίας που είχε εισαγάγει στα μέσα του 19ου αιώνα ο Durkheim[7]. Ο Malinowski δανείστηκε την έννοια της λειτουργίας από τον τελευταίο, μετατρέποντας τον κοινωνικό σκοπό – ντυρκεμιανή σημασία του περιεχομένου της λειτουργίας – σε βιολογικό σκοπό[8]. Για τον Malinowski η λειτουργία κάθε πολιτισμικού φαινόμενου αποσκοπούσε πάντοτε στην ικανοποίηση των ατομικών αναγκών γεγονός που ταυτίζεται με το βιολογικό στοιχείο.
   Από την άλλη πλευρά, ο Radcliffe-Brown, επηρεασμένος, επίσης, από την έννοια της λειτουργίας του Durkheim, έθεσε τη δική του οπτική για την θεωρία της λειτουργίας εντάσσοντας σε αυτή, συμπληρωματικά, την έννοια της δομής. Ακολουθώντας την αναλογία μεταξύ κοινωνικής ζωής και βιολογικής ζωής, παραλληλίζει τον έμβιο οργανισμό με την κοινωνία. Το σύνολο των μορίων ενός έμβιου οργανισμού βρίσκονται διατεταγμένα σε τέτοια σχέση ώστε να αποτελεί ένα ολοκληρωμένο σύστημα κυττάρων. Το σύστημα σχέσεων στο οποίο είναι συντεταγμένα τα μόρια, αποτελεί την δομή του οργανισμού.  Η διαδικασία διατήρησης της δομής του οργανισμού και η συνέχειά της στο χρόνο, ονομάζεται ζωή. Η συνέχιση της ζωής ενός έμβιου οργανισμού, συνίσταται στις δραστηριότητες των οργάνων και στη διατήρηση της δομής των κυττάρων, παρόλο που τα μόρια που αποτελούν τα τελευταία, ανανεώνονται κατά τη διάρκεια ζωής του οργανισμού. Στον συγκεκριμένο οργανισμό, κάθε λειτουργία των οργάνων θεωρείται τρόπος λειτουργίας της δομής του, γεγονός που του παρέχει ζωή, δηλαδή συνέχεια στο χρόνο[9].
   Κατά τον Radcliffe-Brown, ο τρόπος λειτουργίας ενός έμβιου οργανισμού  είναι παρόμοιος με τη λειτουργία της κοινωνίας. Η δομή μιας κοινωνίας είναι παρόμοια με τη δομή ενός οργανισμού. Τα ανθρώπινα όντα της κοινωνίας αυτής, συνδέονται με κοινωνικές σχέσεις, όπως συμβαίνει με τις σχέσεις μορίων ενός οργανισμού προς σχηματισμό του κυττάρου. Έτσι, η συνέχεια τη δομής της κοινωνίας διατηρείται από την διαδικασία της κοινωνικής ζωής, η οποία συνίσταται από τις δραστηριότητες των ομάδων των ανθρώπινων όντων. Η λειτουργία των δραστηριοτήτων των ομάδων της κοινωνίας αποσκοπεί στη διατήρηση της δομικής συνέχειάς της[10]. Κατά τον Radcliffe-Brown ο παραπάνω παραλληλισμός, δεν αποτελεί ένα δογματικό τρόπο μελέτης μίας κοινωνίας, ούτε η θεωρία του λειτουργισμού αποτελεί δόγμα ως προς τη θεωρητική προσέγγιση μίας υπό μελέτη κοινωνίας, αλλά συνιστά μία υπόθεση εργασίας ώστε να αντιμετωπιστούν πιθανά προβλήματα που θα προκύψουν κατά τη μελέτη της τελευταίας[11].
   Ο Radcliffe-Brown αισθητά επηρεασμένος σε ένα πολλαπλό επίπεδο από τον Durkheim, μελετά τα πολιτισμικά στοιχεία μίας κοινωνίας μέσα στη σύγχρονη συνάφειά τους με το γενικότερο γνώρισμα πως κάθε ερμηνεία τους θα πρέπει να αφορά στο νόημα και το σκοπό, διότι κάθε έθιμο παρουσιάζει ένα συγκεκριμένο ρόλο στην κοινωνική ζωή, όπως συμβαίνει σε κάθε όργανο ενός ζωντανού σώματος που παίζει κάποιο συγκεκριμένο ρόλο στη γενική ζωή του οργανισμού[12]. Τέτοιοι παραλληλισμοί όμως, όπως ο ίδιος σημείωσε, δεν πρέπει να εκλαμβάνονται εντελώς κυριολεκτικά, διότι «οι κοινωνίες δεν είναι οργανισμοί δεν έχουν την εμπειρία της γέννησης ούτε του θανάτου»[13], αλλά η χρήση τέτοιων παράλληλων μεθόδων θα βοηθούσαν τόσο στην κατανόηση των δομών όσο και στη διερεύνηση των λειτουργιών των μερών του συστήματος μίας κοινωνίας[14].
   Συμπερασματικά, ενώ ο Malinowski, εισήγαγε τη έννοια της λειτουργίας και την επιτόπια έρευνα στην ανθρωπολογική μελέτη μίας κοινωνίας, γεγονός που χαρακτήριζε κάθε ανθρωπολογική έρευνα ή μονογραφία μέχρι τη δεκαετία του 1930, από την άλλη πλευρά, ο Radlciffe-Brown, ενσωματώνει στη μελέτη των κοινωνιών την έννοια της δομής μετονομάζοντας την θεωρία του Malinowski, από λειτουργισμό σε δομολειτουργισμό. Για τον Radcliffe-Brow δομή, σημαίνει μια διάταξη σχέσεων μεταξύ προσώπων, δηλαδή σχέσεις μεταξύ βασικών παραδοχών ενός πολιτισμού, οι οποίες αποτελούν ένα συνεκτικό λογικό σχήμα[15].

 Ιωάννινα 2012




[1] Β. Νιτσιάκος, Προσανατολισμοί, Μια κριτική εισαγωγή στη Λαογραφία, Κριτική, Αθήνα 2008, σελ. 37 και 42.
[2] Α. Κούπερ, Ανθρωπολογία και Ανθρωπολόγοι, μτφ., Χ. Μιχαλοπούλου-Βέϊκου, Καστανιώτη, Αθήνα 2001, σελ. 33.
[3] P. Erickson-L.Murpht, Ιστορία της ανθρωπολογικής σκέψης, μτφ. Φ. Μπουμπούλη, Κριτική, Αθήνα 2002, σελ. 142.
[4] Θ. Παραδέλλης, προλεγόμενα στο Μπρονισλάβ Μαλινόφσκι, Σεξουαλικότητα και καταπίεση στην πρωτόγονη κοινωνία, μτφ. Α. Σταματοπούλου – Παραδέλλη, Καστανιώτη, Αθήνα 1976, σελ. 12.
[5] Σ. Δημητρίου-Κοτσώνη – Σ. Δημητρίου, Ανθρωπολογία και Ιστορία, Καστανιώτη, Αθήνα 1996, σελ. 66.
[6] B. Malinowski, Η θεωρία του λειτουργισμού, στο συλλογικό, Κοινωνική Ανθρωπολογία, μτφ., Ζ. Δρακοπούλου, Imago, Αθήνα 1994, σελ.120-125. 
[7] Θ. Παραδέλλης, ό.π., σελ. 12.
[8] Στο ίδιο, σελ. 15.
[9] A. R. Radcliffe-Brown, Η έννοια της λειτουργίας στην κοινωνική επιστήμη, στο συλλογικό, Κοινωνική Ανθρωπολογία, μτφ. Ζ. Δρακοπούλου, Imago, Αθήνα 1994, σελ.241-243. 
[10] Στο ίδιο, ό.π., σελ. 243-245.
[11] Στο ίδιο, σελ. 251.
[12] Α. Κούπερ, ό.π. σελ. 94.
[13] Στο ίδιο, σελ. 105.
[14] Στο ίδιο, σελ. 112.
[15] Στο ίδιο, ό.π. σελ. 143.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου